- πελαργόνι
- (πελαργόνιο το μεγανθές). Καλλωπιστικό φυτό της οικογένειας των γερανιιδών (δικοτυλήδονα). Έχει βλαστό ποώδη, ελαφρά αποξυλωμένο στη βάση. Τα φύλλα του είναι οδοντωτά, μακρόμισχα, τα άνθη επιφυή, λευκορόδινα, διατεταγμένα κατά επάκριους κορύμβους. Ο σύνθετος καρπός αποτελείται από 5 μονόσπερμα καρπίδια. Με διασταυρώσεις δημιουργήθηκαν πολλές ποικιλίες που διακρίνονται κυρίως από το χρώμα των ανθέων. Φυτεύεται κυρίως στις ζαρντινιέρες και στις γλάστρες για να διακοσμήσει εξώστες, παράθυρα, βεράντες, αυλές.
Πολλαπλασιάζεται με μοσχεύματα τον Σεπτέμβριο. Δεν αντέχει στο πολύ δυνατό κρύο.
Το καλλωπιστικό φυτό Πελαργόνι (Πελαργόνιο το μεγανθές)
* * *τοβλ. πελαργόνιο.
Dictionary of Greek. 2013.